Έτσι, μετά από τη συγκέντρωση όλων των ηρώων, έπρεπε να αποφασίσουν
ποιος θα ήταν ο Πλοίαρχος, ο αρχηγός της Εκστρατείας· όλοι, τότε,
υπέδειξαν τον Ηρακλή, ο δυναμικός, όμως, ήρωας πρότεινε τον Ιάσονα,
γιατί χωρίς αυτόν δεν θα γινόταν δυνατή η Εκστρατεία. Έτσι, με Πλοίαρχο
τον Ιάσονα, διαμοίρασαν τις θέσεις τους στο μακρόστενο πλοίο με τα 50
κουπιά. Στο τιμόνι έκατσε ο Τίφης, στην πρώρα ο Λυκέας, οι μεσαίες
θέσεις δόθηκαν στον Ηρακλή και τον Αγκαίο, ενώ στην πλώρη κάθισε ο
Ορφέας με τη μαγική του λύρα, της οποίας άγγιζε τις απαλές χορδές,
παίζοντας ουράνιες μελωδίες και κάνοντας ευχάριστο το ταξίδι για τους
Αργοναύτες. Οι
Αργοναύτες, αφού ετοιμάστηκαν πλήρως, προσέφεραν θυσία στον Απόλλωνα και, με ούριο άνεμο, έλυσαν τα πανιά και άρχισαν να κωπηλατούν ρυθμικά.
Η Αργώ γλιστρούσε πάνω στον καθρέφτη της θάλασσας, ανάμεσα σ’ ένα σμήνος από γλάρους, με χίλιους σχηματισμούς στο πέταγμά τους και τις τσιριχτές τους φωνές που δημιουργούσαν σωστό πανδαιμόνιο. Τα δελφίνια προσπαθούσαν να ξεπεράσουν το υπέροχο καράβι, αλλά, μαγεμένα από τη θεσπέσια μουσική του Ορφέα, του Θρακιώτη ποιητή και αξεπέραστου τεχνίτη της λύρας, έμειναν ξοπίσω ξεχασμένα. Το δροσερό αγεράκι της θάλασσας φούσκωνε γλυκά τα πανιά και χάιδευε απαλά τα μαλλιά και τα πρόσωπα των παλικαριών, γεμίζοντας τις καρδιές τους μ' ελπίδες και όνειρα πολλά. Οι πανέμορφες κόρες του γερο Νηρέα, οι γλυκόθωρες Νηρηίδες, έφυγαν απ' τα παλάτια του πατέρα τους, που βρίσκονταν στο βυθό της θάλασσας, και βγήκαν στην επιφάνεια, για ν' απλώσουν πάνω τους τη γλυκάδα της ηρεμίας και την ομορφιά του ξέγνοιαστου ταξιδιού.
Και ο άλλος θαλασσινός θεός, ο γερο-Πρωτέας, πιστός όπως πάντα στο έργο του, σαλαγούσε τα κοπάδια των κυμάτων του Ποσειδώνα μέσα στις σκοτεινές κοιλάδες και χαράδρες της θάλασσας, για να μην ενοχλούν το θεϊκό καράβι. Πότε πότε τα έβγαζε στις ακρογιαλιές για να ξαποστάσουν κι εκεί ήξερε πολύ καλά τον τρόπο να τ’ αποκοιμίζει. Ο καιρός ήταν αίθριος, αλλά το μεγάλο αφεντικό της θάλασσας, ο Ποσειδώνας, ξαμόλησε τα κοπάδια των κυμάτων στο πέλαγος. Οι άνεμοι όρμησαν σαν θεριά έτοιμα να κατασπαράξουν τ' ανύποπτα θύματά τους και η Αργώ πήγαινε πάνω κάτω· οι ναύτες έκαναν υπεράνθρωπο αγώνα για τη σωτηρία του καραβιού, που ίσως να μην μπορούσε να πραγματοποιήσει την αποστολή του, εάν δεν επενέβαιναν η Αθηνά και η Ήρα, για να καταλαγιάσουν λίγο τους ορμητικούς ανέμους και να οδηγήσουν το μαγικό σκαρί με όλο του το πλήρωμα στο νησί του Ήφαιστου, στη Λήμνο. Εκεί ο τεχνίτης θεός είχε το περίφημο εργαστήρι του.
Το νησί έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στους Αργοναύτες, καθώς η πρώτη εικόνα σ’ αυτό ήταν ένα τσούρμο γυναίκες, οι οποίες ήταν πάνοπλες και έτοιμες να τους κατατροπώσουν. Όμως, η βασίλισσά τους, Υψιπύλη, τους δέχθηκε με χαρά και φρόντισε να τους φιλοξενήσει. Λίγο αργότερα, ο Ιάσονας και οι συντρόφοι του πληροφορήθηκαν ότι τον πληθυσμό της Λήμνου αποτελούσαν μόνο γυναίκες. Ο λόγος; Οι πανέμορφες κάτοικοι του νησιού, δεν τιμούσαν δεόντως τη θεά του έρωτα, Αφροδίτη, έτσι η θεά τις τιμώρησε με το να κάνει το σώμα τους να μυρίζει άσχημα· οι σύζυγοί τους, μη μπορώντας να αντέξουν την άσχημη μυρωδιά τους, άρχισαν να τις αποφεύγουν και συνουσιάζονταν με παλλακίδες από τη Θράκη. Μια νύχτα, οι γυναίκες της Λήμνου κάλεσαν τις παλλακίδες να έρθουν στο νησί και, σε ανύποπτο χρόνο, σκότωσαν τόσο τους άνδρες του νησιού, όσο και τις παλλακίδες.
Μόνο ένας αρσενικός σώθηκε, ο Θόας, πατέρας της Υψιπύλης, τον οποίο έβαλε σε ένα κιβώτιο και τον έριξε στη θάλασσα, μαζί με τους τοπικούς αρσενικούς θεούς, τους Κάβειρους· από τότε, κυριάρχησαν οι γυναίκες και άντρας δεν πάτησε το πόδι του ποτέ εκεί. Οι γυναίκες, στερημένες για πολλά χρόνια από ανδρική συντροφιά, μόλις είδαν τα παλικάρια δράχθηκαν της ευκαιρίας της ζωής τους να σβήσουν το πάθος του κορμιού τους. Μάλωναν, μάλιστα, μεταξύ τους για το ποια ποιον θα πάρει. Ο Ιάσονας έπεσε θύμα της όμορφης Υψιπύλης και έγινε σκλάβος της. Στην ερωτική αγκαλιά της ξέχασε το Χρυσόμαλλο Δέρας, το θρόνο, τη δόξα, ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό. Δυο ολόκληρα χρόνια οι Αργοναύτες δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να τρώνε, να πίνουν και να ερωτοτροπούν κάτω από τη σκιά των πεύκων με τις αχόρταγες Λημνιάδες, από τις οποίες απόκτησαν δεκάδες βλαστάρια, ανάμεσά τους ο Εύνεος και ο Νεβρόφονος, παιδιά της Υψιπύλης και του Ιάσονα.
Όσον αφορά την Αταλάντη, πρέπει να ομολογήσουμε ότι δεν είμαστε ακριβώς σίγουροι πώς περνούσε, αν και - δεδομένου του ότι είχε στενές φιλίες με τη Λεσβία θεά Άρτεμη - δεν αποκλείεται και εκείνη να συνουσιαζόταν, σε λεσβιακά και αμφισεξουαλικά όργια. Εκείνος, όμως, που σίγουρα δεν ήταν και τόσο βολεμένος ήταν ο Ηρακλής, που από την αρχή διαφωνούσε με τα πανηγύρια και παρέμενε στο καράβι. Στο τέλος, οι Αργοναύτες, μετά από φώτιση της θεάς Αθηνάς, αποφάσισαν να συνεχίσουν την πορεία τους.
ΑΠΟ http://www.typos.com.cy
Αργοναύτες, αφού ετοιμάστηκαν πλήρως, προσέφεραν θυσία στον Απόλλωνα και, με ούριο άνεμο, έλυσαν τα πανιά και άρχισαν να κωπηλατούν ρυθμικά.
Η Αργώ γλιστρούσε πάνω στον καθρέφτη της θάλασσας, ανάμεσα σ’ ένα σμήνος από γλάρους, με χίλιους σχηματισμούς στο πέταγμά τους και τις τσιριχτές τους φωνές που δημιουργούσαν σωστό πανδαιμόνιο. Τα δελφίνια προσπαθούσαν να ξεπεράσουν το υπέροχο καράβι, αλλά, μαγεμένα από τη θεσπέσια μουσική του Ορφέα, του Θρακιώτη ποιητή και αξεπέραστου τεχνίτη της λύρας, έμειναν ξοπίσω ξεχασμένα. Το δροσερό αγεράκι της θάλασσας φούσκωνε γλυκά τα πανιά και χάιδευε απαλά τα μαλλιά και τα πρόσωπα των παλικαριών, γεμίζοντας τις καρδιές τους μ' ελπίδες και όνειρα πολλά. Οι πανέμορφες κόρες του γερο Νηρέα, οι γλυκόθωρες Νηρηίδες, έφυγαν απ' τα παλάτια του πατέρα τους, που βρίσκονταν στο βυθό της θάλασσας, και βγήκαν στην επιφάνεια, για ν' απλώσουν πάνω τους τη γλυκάδα της ηρεμίας και την ομορφιά του ξέγνοιαστου ταξιδιού.
Και ο άλλος θαλασσινός θεός, ο γερο-Πρωτέας, πιστός όπως πάντα στο έργο του, σαλαγούσε τα κοπάδια των κυμάτων του Ποσειδώνα μέσα στις σκοτεινές κοιλάδες και χαράδρες της θάλασσας, για να μην ενοχλούν το θεϊκό καράβι. Πότε πότε τα έβγαζε στις ακρογιαλιές για να ξαποστάσουν κι εκεί ήξερε πολύ καλά τον τρόπο να τ’ αποκοιμίζει. Ο καιρός ήταν αίθριος, αλλά το μεγάλο αφεντικό της θάλασσας, ο Ποσειδώνας, ξαμόλησε τα κοπάδια των κυμάτων στο πέλαγος. Οι άνεμοι όρμησαν σαν θεριά έτοιμα να κατασπαράξουν τ' ανύποπτα θύματά τους και η Αργώ πήγαινε πάνω κάτω· οι ναύτες έκαναν υπεράνθρωπο αγώνα για τη σωτηρία του καραβιού, που ίσως να μην μπορούσε να πραγματοποιήσει την αποστολή του, εάν δεν επενέβαιναν η Αθηνά και η Ήρα, για να καταλαγιάσουν λίγο τους ορμητικούς ανέμους και να οδηγήσουν το μαγικό σκαρί με όλο του το πλήρωμα στο νησί του Ήφαιστου, στη Λήμνο. Εκεί ο τεχνίτης θεός είχε το περίφημο εργαστήρι του.
Το νησί έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στους Αργοναύτες, καθώς η πρώτη εικόνα σ’ αυτό ήταν ένα τσούρμο γυναίκες, οι οποίες ήταν πάνοπλες και έτοιμες να τους κατατροπώσουν. Όμως, η βασίλισσά τους, Υψιπύλη, τους δέχθηκε με χαρά και φρόντισε να τους φιλοξενήσει. Λίγο αργότερα, ο Ιάσονας και οι συντρόφοι του πληροφορήθηκαν ότι τον πληθυσμό της Λήμνου αποτελούσαν μόνο γυναίκες. Ο λόγος; Οι πανέμορφες κάτοικοι του νησιού, δεν τιμούσαν δεόντως τη θεά του έρωτα, Αφροδίτη, έτσι η θεά τις τιμώρησε με το να κάνει το σώμα τους να μυρίζει άσχημα· οι σύζυγοί τους, μη μπορώντας να αντέξουν την άσχημη μυρωδιά τους, άρχισαν να τις αποφεύγουν και συνουσιάζονταν με παλλακίδες από τη Θράκη. Μια νύχτα, οι γυναίκες της Λήμνου κάλεσαν τις παλλακίδες να έρθουν στο νησί και, σε ανύποπτο χρόνο, σκότωσαν τόσο τους άνδρες του νησιού, όσο και τις παλλακίδες.
Μόνο ένας αρσενικός σώθηκε, ο Θόας, πατέρας της Υψιπύλης, τον οποίο έβαλε σε ένα κιβώτιο και τον έριξε στη θάλασσα, μαζί με τους τοπικούς αρσενικούς θεούς, τους Κάβειρους· από τότε, κυριάρχησαν οι γυναίκες και άντρας δεν πάτησε το πόδι του ποτέ εκεί. Οι γυναίκες, στερημένες για πολλά χρόνια από ανδρική συντροφιά, μόλις είδαν τα παλικάρια δράχθηκαν της ευκαιρίας της ζωής τους να σβήσουν το πάθος του κορμιού τους. Μάλωναν, μάλιστα, μεταξύ τους για το ποια ποιον θα πάρει. Ο Ιάσονας έπεσε θύμα της όμορφης Υψιπύλης και έγινε σκλάβος της. Στην ερωτική αγκαλιά της ξέχασε το Χρυσόμαλλο Δέρας, το θρόνο, τη δόξα, ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό. Δυο ολόκληρα χρόνια οι Αργοναύτες δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να τρώνε, να πίνουν και να ερωτοτροπούν κάτω από τη σκιά των πεύκων με τις αχόρταγες Λημνιάδες, από τις οποίες απόκτησαν δεκάδες βλαστάρια, ανάμεσά τους ο Εύνεος και ο Νεβρόφονος, παιδιά της Υψιπύλης και του Ιάσονα.
Όσον αφορά την Αταλάντη, πρέπει να ομολογήσουμε ότι δεν είμαστε ακριβώς σίγουροι πώς περνούσε, αν και - δεδομένου του ότι είχε στενές φιλίες με τη Λεσβία θεά Άρτεμη - δεν αποκλείεται και εκείνη να συνουσιαζόταν, σε λεσβιακά και αμφισεξουαλικά όργια. Εκείνος, όμως, που σίγουρα δεν ήταν και τόσο βολεμένος ήταν ο Ηρακλής, που από την αρχή διαφωνούσε με τα πανηγύρια και παρέμενε στο καράβι. Στο τέλος, οι Αργοναύτες, μετά από φώτιση της θεάς Αθηνάς, αποφάσισαν να συνεχίσουν την πορεία τους.
ΑΠΟ http://www.typos.com.cy
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου