15/1/2017
Είναι ο μεγάλος άγνωστος της ελληνικής αρχαιολογίας, καθώς μέχρι τις αρχές της τελευταίας δεκαετίας, η κυρίαρχη άποψη ήταν ότι στην Ελλάδα δεν ανακαλύπτονται υφάσματα λόγω του κλίματος που δεν βοηθάει στη διατήρησή τους.
Οπως διαβεβαίωσαν αρχαιολόγοι και συντηρητές στην ειδική ημερίδα για το Αρχαίο Υφασμα που έγινε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η εικόνα αυτή έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Εχουν βρεθεί σπαράγματα -τις περισσότερες φορές πολύ μικρώνδιαστάσεων- σε διάφορες ανασκαφές, όπως του μετρό της Αθήνας, σύμφωνα και με τη δρα Στέλλα Σπαντιδάκη.Το παλαιότερο ύφασμα που έχει φτάσει μέχρι τις μέρες μας είναι αυτό από το Λευκαντί της Εύβοιας, που χρονολογείται στον 10 αιώνα π.Χ. Σ΄ έναν μεγάλο χάλκινο κρατήρα, δίπλα στον σκελετό της γυναίκας βρέθηκαν τα καμένα οστά ενός άντρα, τυλιγμένα σε λινό χιτώνα, με σιδερένια όπλα ξίφος, αιχμή, λόγχη και πέτρινο ακόνι, που επιβεβαιώνουν πως ήταν ή στρατηγός ή μέλος βασιλικής οικογένειας.
Η Ειρήνη Σ. Λαιμού, διευθύντρια της ανασκαφής στην Ξερόπολη, παρουσίασε το ύφασμα που ήταν τυλιγμένα τα οστά μέσα στην υδρία, χάρη στην οποία και διατηρήθηκε καθώς ερχόταν σε επαφή με τα χάλκινα τοιχώματα και τα οξείδια του χαλκού επιβράδυναν την αποσύνθεσή του. Είναι λινό, μήκους 1,4 μ. και αποτελεί το πιο σπουδαίο εύρημα. Φέρει ένα άνοιγμα για το κεφάλι, αλλά δεν έχει μανίκια, θα ήταν ίσως ποδήρης ανδρικός χιτώνας. Είναι λεπτοϋφασμένο και στολισμένο με κοσμήματα και γεωμετρικά σχήματα. Στο πάνω μέρος γύρω γύρω είναι φτιαγμένο με μικρές κλωστές σε κόμπους ενώ στο κάτω μέρος είναι αδιακόσμητο.
Δύο πόλοι
Η Στέλλα Σπαντιδάκη, μιλώντας για την υφαντουργία στην Αττική κατά την κλασική περίοδο, είπε πως υπήρχαν δύο πόλοι, ο οίκος και τα εργαστήρια.
Στον οίκο κατασκευάζονταν ενδύματα και υφάσματα οικιακής χρήσεως από τις γυναίκες του σπιτιού, ελεύθερες και µη, οι οποίες ήταν υπεύθυνες για όλα τα στάδια της κατασκευής από την αρχή έως το τέλος. Οι γυναίκες μυούνταν σε αυτήν τη δραστηριότητα από τρυφερή ηλικία.
Ξεχωριστά υλικά
Ως πρώτες ύλες χρησιμοποιούνταν, ως επί το πλείστον, το μαλλί και το λινάρι, στις οποίες προστίθενταν και τα εξωτικά κάνναβη και βαμβάκι, και πιθανότατα το άγριο µετάξι, αν και το τελευταίο δεν έχει ακόμα επιβεβαιωθεί ανασκαφικά.
Οι γραπτές πηγές μιλούν για πληθώρα χρωστικών ουσιών, φυτικών και ζωικών, εκ των οποίων η μόνη που έχει ταυτιστεί στα υφάσματα της Αττικής είναι η πορφύρα.
Ενα σπουδαίο παράδειγμα χρυσοΰφαντου πορφυρού υφάσματος είναι αυτό που βρέθηκε στη χρυσή λάρνακα από τον προθάλαμο του μακεδονικού τάφου ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας στη Βεργίνα του 4ου αι. π.Χ., το οποίο τύλιγε τα οστά της νεκρής μετά την καύση. Το παρουσίασε η Στέλλα Δρούγου, συνεργάτιδα του Μανόλη Ανδρόνικου κατά την ανασκαφή του τάφου, που αποδόθηκε στον Φίλιππο.
Οπως μάλιστα είπε κατά την παρουσίαση, σε ανάλογο ύφασμα ήταν τυλιγμένα και τα οστά του άνακτα, αλλά δεν διασώθηκε κάτι από αυτό και έτσι παραμένει μόνο η οπτική μαρτυρία των παρόντων όταν ανοίχτηκε η λάρνακα.
Το χρυσοΰφαντο ύφασμα του προθαλάμου έχει δύο ανεξάρτητα κομμάτια του ιδίου τραπέζιου σχήματος με ίδιο σχεδόν μέγεθος και διακόσμηση.
Το σχήμα το οποίο σώζεται αποτελείται από δύο τραπεζοειδή κομμάτια τα οποία πρέπει να αποτελούσαν τις ποικιλμένες άκρες ενός μακρόστενου, ακόσμητου πορφυρού υφάσματος.
Αποσύνθεση
Το φόντο του υφάσματος είναι χρυσό και επάνω σ' αυτό προβάλλει η πορφυρή κόσμηση. Εχει υφανθεί με χρυσές κλωστές ενώ τα τμήματα της πορφύρας είναι εντελώς αποσυντιθεμένα αποτελώντας μία ενιαία υδαρή μάζα. Το πιο πιθανό, κατά τον Ανδρόνικο, ήταν ότι η πορφύρα ήταν κατασκευασμένη από μάλλινα νήματα.
Η τεχνική της ύφανσης είναι η υφαντοπλεκτική (tappiserie) κατά την οποία ο μεγάλος αριθμός των υφαδιών -χρυσές ταινίες και μάλλινες πορφυρές κλωστές- καλύπτει τελείως τα μάλλινα προρφυρά στημόνια, που δεν σώζονται. Η τεχνική δυσκολία της κατασκευής του υφάσματος, ο πλούτος των υλικών που χρησιμοποιούνταν και η πολυπλοκότητα του κοσμήματος το καθιστούν μοναδικό κομμάτι μιας τέχνης που υποδηλώνει τον υψηλό πολιτισμό της εποχής της.
ΑΠΟ http://www.ethnos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου